- παρακοντίζω
- Αρίχνω ακόντιο μαζί με άλλους ή δίπλα σε άλλους.[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)-* + ἀκοντίζω].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
παρακοντίζειν — παρακοντίζω throw the dart with others pres inf act (attic epic) παρακοντίζω throw the dart with others pres inf act (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παρηκοντικέναι — παρακοντίζω throw the dart with others perf inf act (attic epic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παρηκόντισε — παρακοντίζω throw the dart with others aor ind act 3rd sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παρακοντιζούσηι — παρακοντιζούσῃ , παρακοντίζω throw the dart with others pres part act fem dat sg (attic epic ionic) παρακοντιζούσῃ , παρακοντίζω throw the dart with others pres part act fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ακοντίζω — (Α ἀκοντίζω) 1. ρίχνω το ακόντιο, εξακοντίζω «ἀκοντίζων τὸν ὗν τοῡ μὲν ἁμαρτάνει, τυγχάνει δὲ τοῡ Κροίσου παιδὸς» (Ηρόδ.) 2. χτυπώ με το ακόντιο «ὲς πλευρὰ καὶ πρὸς ἧπαρ ἠκοντίζετο» (Ευρ.) νεοελλ. 1. χτυπώ, λαβώνω με τη ματιά «και την καρδιά μου… … Dictionary of Greek